- επικρότηση
- ηεπευφημία με χειροκροτήματα, ζωηρή επιδοκιμασία, ένθερμη έγκριση.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
επικρότηση — η (Μ ἐπικρότησις) [επικροτώ] νεοελλ. έκφραση ζωηρής επιδοκιμασίας («επικρότηση τών νέων μέτρων») μσν. επίπληξη, επιτίμηση … Dictionary of Greek
θόρυβος — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται εμπειρικά κάθε ανεπιθύμητος ήχος. Ο ορισμός αυτός, ωστόσο, δεν είναι ακριβής, γιατί δεν αφορά μόνο τα φυσικά χαρακτηριστικά του ήχου, αλλά και τα φυσιολογικά και ψυχολογικά αποτελέσματα που προκαλεί ο θ. Το… … Dictionary of Greek
κροτάλισμα — και κροτάλιασμα και κουρτάλισμα και κουρτάλημα, το (AM κροτάλισμα) [κροταλίζω] 1. ήχος κροτάλου ή άλλος παρόμοιος ήχος 2. χειροκρότημα, επικρότηση νεοελλ. ανακίνηση, ανακάτεμα … Dictionary of Greek
κροτοθόρυβος — κροτοθόρυβος, ὁ (Α) ο ήχος τών χειροκροτημάτων, ηχηρή επιδοκιμασία ή επικρότηση. [ΕΤΥΜΟΛ. < κρότος + θόρυβος, είδος επαναληπτικού σημασιολογικού συνθέτου] … Dictionary of Greek
επιδοκιμασία — η έγκριση, επικρότηση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)